Σε σχέση με άλλες μορφές συγκρουσιακής πολιτικής, η εξεγερσιακή διαμαρτυρία προκαλεί τα πλέον αντιφατικά συναισθήματα. Χωρίς τα πολύπλευρα οργανωτικά προαπαιτούμενα και τις επιμελητείες άλλων, περισσότερο διαδεδομένων μορφών, η εξεγερτική βία αποτελεί ταυτοχρόνως την πλέον ορατή και φορτισμένη διεκδικητική έκφανση, όσο και τη δυσκολότερα
διατηρήσιμη. Δεν πρόκειται για παράδοξο. Η βιβλιογραφία καταγράφει μια μακρο-ιστορική τάση υποχώρησης των βίαιων μορφών, pari passu με την ενδυνάμωση του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού και την ανάδυση διεκδικητικών εναλλακτικών που βασίζονται στη διαπραγμάτευση: πρακτικές όπως διαπληκτισμοί, εκδικητικές επιθέσεις, πυρπολήσεις κ.α. σταδιακά παραχωρούν τη θέση τους στην ενυπόγραφη διαμαρτυρία, τις ειρηνικές διαδηλώσεις, τις διαβουλεύσεις. Εντούτοις οι βίαιες εξεγερσιακές δράσεις παραμένουν και, προσφάτως, πολλαπλασιάζονται. Οι αμερικανικές και βρετανικές μητροπολιτικές ταραχές της τελευταίας δεκαπενταετίας, η έκρηξη των γαλλικών banlieue και -βεβαίως- η ελληνική εξέγερση του Δεκεμβρίου του 2008 αποτελούν γλαφυρές εικονογραφήσεις του φαινομένου.
·                     Ποια η πολιτική σημασία αυτών των εκρήξεων και πώς αποτιμώνται οι εκβάσεις τους;
·                     Γιατί και πώς άνθρωποι εξοικειωμένοι με τις κατηγορικές κοινωνικές τους οριοθετήσεις ξαφνικά υιοθετούν μορφές εξεγερσιακής βίας, και στη συνέχεια (κάποτε εξίσου απότομα) επιστρέφουν σε πρότερες «ειρηνικές» σχέσεις και διεκδικητικές ρουτίνες; 
Ο τόμος αυτός, προϊόν διεθνούς συνεδρίου που διοργάνωσε ο Κύκλος Συγκρουσιακής Πολιτικής με τη συμμετοχή κορυφαίων μελετητών του πεδίου της συγκρουσιακής πολιτικής και των κοινωνικών κινημάτων από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, ένα χρόνο μετά την εξέγερση του Δεκεμβρίου του 2008, προσεγγίζει τις εξεγερσιακές συλλογικές δράσεις σε συγκριτική-θεωρητική προοπτική: θέτει θεωρητικά κρίσιμα ερωτήματα και εισφέρει θεωρητικά σημαίνουσες απαντήσεις.
Το θέμα είναι βεβαίως πολιτικά και κανονιστικά φορτισμένο. Οι περισσότερες αναλύσεις εξακολουθούν να προσλαμβάνουν τις βίαιες εξεγερσιακές δράσεις μέσα από ιδεολογικά πρίσματα, εξιδανικεύοντας ή, πιο συχνά, δαιμονοποιώντας τις ως απεχθείς ψυχοπαθολογικές δυσλειτουργίες. Όμως οι πιο διορατικές έρευνες αποδεικνύουν πως το φαινόμενο γίνεται καλύτερα αντιληπτό ως προϊόν της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους διεκδικητές και τον κατασταλτικό μηχανισμό. Συναφώς, η βία δεν αντανακλά τόσο την υλοποίηση εμπεδωμένων πεποιθήσεων (ιδέες), παρορμήσεων ή δομών ευκαιριών (συμπεριφορές), όσο την αλληλεπίδραση διεκδικητών και του θεσμικού τους περιβάλλοντος: σχεσιακές ανταλλαγές που ενέχουν τόσο ορθολογιστική διαπραγμάτευση όσο και στρατηγική δημιουργικότητα. Αποτιμώντας το πρόσφατο κύμα εξεγερσιακής συλλογικής δράσης στην ιστορική και γεωγραφική του ιδιαιτερότητα στην Ελλάδα και διεθνώς, ο τόμος συνθέτει αναλύσεις συγκρουσιακών επεισοδίων σε διαφορετικά χωροχρονικά πλαίσια, συνδυαστικά με την προώθηση της θεωρητικής συζήτησης -αξιολογώντας, επικυρώνοντας ή διαψεύδοντας υφιστάμενες θεωρητικές προσεγγίσεις.

Στο πλαίσιο αυτό φωτίζονται μια σειρά από αλληλένδετες διαστάσεις:

·         Ταυτότητα: τα ακριβή κοινωνικά, πολιτικά αλλά και γενεακά χαρακτηριστικά των πρόσφατων εκρήξεων, αντιπαραβολικά με την εμπειρία άλλων ιστορικών συγκυριών.
·         Δομή και συγκυρία: Σε όλες τις περιπτώσεις με τις οποίες καταπιάνεται ο τόμος, μια βιαιοπραγία -κατά κανόνα εκ μέρους του κατασταλτικού μηχανισμού- λειτούργησε ως ο καταλύτης αλυσιδωτών αντιδράσεων. Διερευνώνται όμως και οι «δομικές προϋποθέσεις αυτής της εξέλιξης -ο ρόλος παραγόντων όπως η εργασιακή επισφάλεια, η ανάπτυξη ενός νέου κοινωνικού περιθωρίου μεταναστών και ανέργων, η κατάρρευση παραδοσιακών κοινωνικών και πολιτικών δικτύων αλληλεγγύης. Επιπλέον κρίσιμη διάσταση που αναδεικνύεται είναι η συστηματική αλληλεπίδραση μεταξύ της αστυνομίας και του «εξεγερμένου πλήθους» Οι πρόσφατες ταραχές δεν προέκυψαν ως απλά «ατυχήματα», ως στιγμιαίες και ακούσιες «υπερβάσεις καθήκοντος» στο πλαίσιο μιας εμπεδωμένης αποτρεπτικής αστυνόμευσης, αλλά αποτελούν τεκμήρια μιας πιο συστηματικής παλινδρόμησης στις επιθετικές κατασταλτικές πρακτικές των δεκαετιών 1970 και 1980.
·         Συγκρουσιακά ρεπερτόρια και εκβάσεις: Διερευνάται επίσης το ερώτημα του αν και κατά πόσον οι πρόσφατες εξεγερσιακές πρακτικές επιφέρουν ανανέωση του συγκρουσιακού διεκδικητικού ρεπερτορίου. Υποστηρίζεται ότι τρόποι με  τους οποίους η στρατηγική-εργαλειακή δράση σχετίζεται και αλληλεπιδρά με βιωματικά κίνητρα μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις διαφορές μεταξύ των περιπτώσεων, ενώ εξίσου κρίσιμο παράγοντα αποτελούν οι διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης των εξεγέρσεων από τις θεσμικές πολιτικές δυνάμεις (κόμματα, συνδικάτα, δίκτυα και ομάδες στην κοινωνία πολιτών).
·         Διεθνική διάχυση: Κάθε εθνική περίπτωση σχετίζεται με το διεθνές της περιβάλλον και συγκεκριμένους μηχανισμούς διάδοσης. Οι ορατές «μεταθέσεις πεδίου» (scale shifts) που παρατηρήθηκαν επηρεάζουν το συμβατικό πολιτικό λόγο και δημιουργούν προβληματισμό σχετικά με προκλήσεις και απειλές εγγενείς στη διεθνική συλλογική δράση.
Εκτός από τα κείμενα της Εισαγωγής και της γενικής αποτίμησης της ελληνικής εμπειρίας του Δεκέμβρη (με τον Hank Johnston) και το κείμενό μου για τις χωροχρονικές και συναισθηματικές προϋποθέσεις της έκρηξης (με τη Λουκία Κοτρωνάκη) στις πολλαπλές εκδοχές του -βλ. περίληψη για τα κείμενα ‘The Greek December, 2008’, Along the pathways of rage: the time-space of an uprising’, «Sur les sentiers de la colère: Lespace-temps dune révolte (Athènes, décembre 2008)» και ‘Azzione insurrrezionale colletiva: una analisi della dinamica degli eventi’ στην Ενότητα ΙΙΙ(β)-,ο τόμος περιλαμβάνει κείμενα: της Frances Fox Piven (για τον γενικό πολιτικό χαρακτήρα των συγκρουσιακών δράσεων)· των Lorenzo Bosi και Marco Giugni (για τις εκβάσεις της πολιτικής βίας)· του συνεπιμελητή Hank Johnston (για το ρόλο των γενών στη διαμόρφωση του βίαιου ρεπερτορίου)· του Dieter Rucht (για την ιστορική μετεξέλιξη του βίαιου ρεπερτορίου στη Γερμανία)· του Mario Diani (περί του ειδικού ρόλου που διαδραματίζουν διαφορετικά δίκτυα πολιτών)· της Donatella dellaPorta (για τη «δύσκολη» δεξίωση της έννοιας «συγκρουσιακή ταραχή» -riot)· του Jack A. Goldstone (για το στρατηγικό ρόλο που διαδραματίζει η κρατική καταστολή)· των David Waddington και Mike King (για την αλληλουχία συμβάντων που προκύπτει από τη σχέση διεκδικητών και αστυνομίας)· της Μαριλένας Σημίτη (για το ρευστό –ενδεχομενικό- χαρακτήρα των συγκρουσιακών ταραχών), του Κώστα Κανελλόπουλου (για τις διεθνείς, εθνικές και υποκειμενικές διαστάσεις της έκρηξης του Δεκέμβρη)· και του Νίκου Λούντου (για το ρόλο «ενεργών μειοψηφιών» στη βίαιη συγκρουσιακή διάχυση). (Αποσπάσματα του βιβλίου)

Επισκεφθείτε το site του εκδοτικού οίκου...